Με απόλυτη μυστικότητα τα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας εξετάζουν -σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες- «θερμό» σενάριο για το Αιγαίο.
Διπλωματικές και στρατιωτικές πηγές εκτιμούν ότι το επίκεντρο της δυνητικής επόμενης δόνησης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θα είναι κατοικημένο νησί, από εκείνα τα οποία το τουρκικό κατεστημένο θεωρεί ως αδιευκρίνιστης κυριαρχίας με επιχείρημα ότι δεν κατονομάζονται ρητώς στις Συνθήκες της Λωζάννης (1923) και των Παρισίων (1947), όπως για παράδειγμα το Αγαθονήσι ή οι Αρκιοί.
Κατά τις ίδιες πηγές και με βάση συμπεράσματα συσκέψεων αρμόδιων υπηρεσιακών παραγόντων, η τουρκική ενέργεια (εάν υποτεθεί ότι υλοποιείται) είναι πιθανό να αποτελείται από τις εξής συνιστώσες:
1. Νυχτερινή απόβαση καταδρομέων και αστραπιαία εξουδετέρωση του ελληνικού φυλακίου, όσο το δυνατόν πιο αναίμακτα.
2. Αμεση απομάκρυνση των κατοίκων και των αιχμαλώτων Ελλήνων στρατιωτών, με τις βάρκες και τα ψαροκάικα του νησιού, προς κάποιο γειτονικό νησί που κατονομάζεται στις Συνθήκες.
3. Εγκατάσταση ισχυρά οπλισμένης φρουράς στο νησί, ώστε να αποτραπεί η όποια δυνατότητα ταχείας ανακατάληψής του.
4. Ανακοίνωση στα Ηνωμένα Εθνη ότι η Τουρκία έθεσε τέλος «στη μη προβλεπόμενη από τις Διεθνείς Συνθήκες» παρουσία Ελλήνων πολιτών και στρατιωτικών στη «μη καθορισμένης κυριαρχίας νήσο Χ που απέχει Ψ ναυτικά μίλια από τις ακτές της Ανατολίας». Η ανακοίνωση θα καταλήγει καλώντας την Ελλάδα σε διμερείς διαπραγματεύσεις για να διευκρινισθεί το καθεστώς εκείνων των νησιών του Αιγαίου που δεν διασαφηνίζεται από τις Συνθήκες Λονδίνου (1831), Λωζάννης (1923) και Παρισίων (1947). Η ανακοίνωση θα υπαινίσσεται και τη δυνατότητα διαιτησίας για την επίλυση της διαφοράς.
Με βάση αυτό το σενάριο, η ελληνική ηγεσία θα βρεθεί αντιμέτωπη με τις εξής δύο μείζονες επιλογές:
Α) Να αναλάβει στρατιωτική δράση με αεροπορικό βομβαρδισμό του νησιού (καθώς η διάταξη των τουρκικών ναυτικών και άλλων δυνάμεων αποτρέπει επιχείρηση ανακατάληψης). Η επιλογή αυτή διακινδυνεύει κλιμάκωση της σύγκρουσης και συνεπάγεται εκτεταμένες απώλειες, καθώς και κίνδυνο κατάληψης και άλλων μικρών νησιών ή εξουδετέρωσης των φυλακίων που υπάρχουν σε αυτά. Σε επίπεδο διεθνούς εικόνας, η Ελλάδα, σε αυτή την περίπτωση, θα εμφανισθεί:
α. Οτι προχωρεί σε ευρεία και αιματηρή σύγκρουση για μια «ασήμαντη» νησίδα, με αμφιλεγόμενο καθεστώς, την κατάληψη της οποίας δεν στάθηκε ικανή ούτε να αποτρέψει ούτε να αποκρούσει.
β. Οτι η ανακατάληψη του νησιού είναι ανέφικτη και η ελληνική κυβέρνηση αναλαμβάνει προσχηματικά στρατιωτική δράση, προκειμένου να εξιλεωθεί ενώπιον της κοινής γνώμης για τον αιφνιδιασμό και την απώλεια του νησιού. Το αβίαστο συμπέρασμα των διεθνών ΜΜΕ και των ξένων κυβερνήσεων θα είναι ότι η ελληνική πολιτική ηγεσία πρέπει να πιεσθεί κατάλληλα ώστε να αποκλιμακώσει και να τερματίσει τη σύγκρουση και να προσέλθει σε διαπραγμάτευση με την Τουρκία.
Β) Να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας και στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, καλλιεργώντας παράλληλα κλίμα «εθνικής ενότητας» και «πατριωτική» ατμόσφαιρα στρατιωτικής αντίδρασης «εάν η Τουρκία δεν συμμορφωθεί». Στην ουσία θα πρόκειται για παραπομπή του προβλήματος στις ελληνικές καλένδες μιας ατέρμονης και ατελέσφορης μελλοντικής διαπραγμάτευσης, κατά την οποία η Τουρκία θα έχει μόνον λαμβάνειν.
Παράγοντες της ελληνικής διπλωματίας υποστηρίζουν ότι η προσεχής κορύφωση στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση βρίσκεται προ των πυλών («around the corner», κατά την έκφραση ξένων παρατηρητών).
Στηρίζουν αυτή την εκτίμησή τους στην επιμονή της τουρκικής αεροπορίας στα κατοικημένα νησιά που δεν κατονομάζονται στις συνθήκες και στις απαντήσεις που δίνει το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στα ελληνικά διαβήματα, με τις οποίες αμφισβητεί ευθέως την ελληνική κυριαρχία. Απουσία προληπτικών διπλωματικών και στρατιωτικών κινήσεων από ελληνικής πλευράς.
«Ενεργός» στήριξη της Κομισιόν στην Αγκυρα
Παρασκηνιακές πιέσεις ασκούνται προς την Αθήνα να συναινέσει στο άνοιγμα του κεφαλαίου «Ενέργεια» των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Ε.Ε.-Τουρκίας και να επηρεάσει τη Λευκωσία ώστε να επιτευχθεί η σχετική ομοφωνία, σύμφωνα με πληροφορίες από τις Βρυξέλλες. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, η ελληνική διπλωματία δείχνει στους Ευρωπαίους συνομιλητές της να κατανοεί την πρόθεση της Ε.Ε. να αναγορεύσει σε στρατηγικό ενεργειακό εταίρο την Αγκυρα και, με βάση αυτό το σκεπτικό, εμφανίζεται πολύ διαλλακτική. Αλλωστε, το άνοιγμα του συγκεκριμένου κεφαλαίου ενθαρρύνει ο ίδιος ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ. Μπαρόζο, ο οποίος έχει δεχθεί τον έμμεσο εκβιασμό του Τούρκου πρωθυπουργού Ερντογάν ότι δεν πρόκειται να συμβάλει στη δημιουργία του Nabucco, που θα μεταφέρει αέριο από την Κασπία στις ευρωπαϊκές αγορές, εάν δεν απελευθερωθεί η ενταξιακή διαδικασία της χώρας του στη διάρκεια του 2009. Στο τέλος του έτους, η Ε.Ε. θα αξιολογήσει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην υποψήφια προς ένταξη χώρα και μεταξύ άλλων στο θέμα της επέκτασης της τελωνειακής σύνδεσης στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Το Ευρωκοινοβούλιο έχει επισήμως αναγνωρίσει τη «φιλοδοξία της Τουρκίας να καταστεί ευρασιατικός ενεργειακός άξονας και να διαδραματίσει ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης». Με αυτή την επιχειρηματολογία, υποστηρίζεται το άνοιγμα του σχετικού κεφαλαίου διαπραγμάτευσης ως προς το οποίο η Κυπριακή Δημοκρατία ενίσταται για το γεγονός ότι η Αγκυρα έχει προσπαθήσει να εμποδίσει τις έρευνές της για εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της. Το Ευρωκοινοβούλιο, επίσης, «ενθαρρύνει την Τουρκία να συμμετάσχει στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ενέργειας», έναν οργανισμό με 27 μέλη και επτά κράτη στα Βαλκάνια, που λειτουργεί ως εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, άλλωστε, προειδοποιεί ότι θα επανεξετάσει η χώρα του την πολιτική της ως προς τους αγωγούς που θα περνούν από το έδαφός της και θα τροφοδοτούν την Ευρώπη, εάν η Λευκωσία δεν άρει το βέτο της.
ΣΠΑΝΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ
Ελεύθερος Τύπος