Το όνομα της πόληςΤο όνομα που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της πόλης, οι Ναβαταίοι ή Ναμπάτου όπως τους αποκαλούσανε οι Μεσοποτάμιοι λαοί, ήταν Ράκμου που σημαίνει «Βράχος με χρωματιστές ραβδώσεις». Σύμφωνα με τον αρχαίο Έλληνα ιστορικό του 4ου αιώνα π.Χ., τον Ιερώνυμο από τη Καρδία, το όνομα Πέτρα δόθηκε από τους Έλληνες εμπόρους επειδή οι κάτοικοι της πόλης γιορτάζανε την εποχή της άνοιξης μια θεότητα στην οποία προσφέρανε διάφορα αγαθά, ως θυσία, πάνω σε μια μεγάλη πέτρα. Η μεγάλη αυτή πέτρα βρίσκεται νοτιοδυτικά της αρχαίας πόλης και σήμερα ονομάζεται Ουμ-αλ-Μπιγιάρα.
Οι εξερευνητές της ΠέτραςΟ πρώτος δυτικός εξερευνητής που είδε τη πόλη Πέτρα, μετά την εγκατάλειψη της από τους κατοίκους της, ήταν ο Ελβετός Γίοχαν Λούτβιχ Μπούρκχαρντ, ο οποίος έφυγε τον Αύγουστο του 1812 από τη Δαμασκό και μέσω της πόλης Αμμάν και της Οδού των Βασιλέων ταξίδεψε προς το νότο. Φτάνοντας στη κοιλάδα Ουάντι Μούσα ζήτησε να προσφέρει θυσία στο Γκεμπέλ Χαρούν, πάνω στο όρος Ααρών εκεί που βρίσκεται ο τάφος του αδερφού του Μωυσή. Για να φτάσει στο όρος πέρασε μέσα από την εγκαταλελειμμένη πόλη της Πέτρας όπου κατέγραψε όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία για αυτήν στο ταξιδιωτικό του ημερολόγιο το οποίο εκδόθηκε το 1822. Το 1818 δυο Άγγλοι περιηγητές, ο Τσάρλς Λέοναρντ Άιρμπι και ο Τζέιμς Μανγκλς από το όρος Ααρών, από 1510 υψόμετρο είδανε το ναό της Πέτρας το Εντ-Ντείρ, που σημαίνει το Μοναστήρι. Το 1828 ο Γάλλος Λεόν ντε Λαμπόρντ έφτασε στη Πέτρα με ασφάλεια και έμεινε οκτώ μερόνυκτα εκεί για να σχεδιάσει διάφορα εικονογραφικά ντοκουμέντα για τη πόλη τα οποία δημοσίευσε με την επιστροφή του στο Παρίσι. Το 1835 ο Γάλλος Κατρμέρ επισκέφθηκε τη πόλη και υποστήριξε ότι την έκτισαν οι Ναβαταίοι. Το 1883 ο Γερμανός Γιούλιους Όιτινγκ και ο Γάλλος Σαρλ Ιμπέρ μελέτησαν εκτενέστερα τα ερείπια της περιοχής και υποστήριξαν τη θεωρία του Κατρμέρ. Το 1896 οι Δομινικανοί ιερείς Λαγκράνς και Βενσάν οργάνωσαν ανασκαφικές αποστολές έως το 1907 μαζί με τη βοήθεια του Γκουστάφ Ντάλμαν.
Η ιστορία της ΠέτραςΓύρω από τη περιοχή της Πέτρας κατοικούσανε διάφοροι λαοί τροφοσυλλέκτες και κυνηγοί ενώ η πρώτη μόνιμη εγκατάσταση έλαβε χώρα την 9η χιλιετία π.Χ.. Από το 4500 π.Χ. μέχρι το 2000 π.Χ. , δηλαδή στην Εποχή του Χαλκού, έχουμε παράλληλα στη περιοχή μόνιμους γεωργικούς οικισμούς αλλά και καταυλισμούς κτηνοτροφικών νομαδικών πληθυσμών. Από την Έξοδο της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία τοποθετείται από τους μελετητές στον 13ο αιώνα π.Χ., μαθαίνουμε ότι η περιοχή κατοικούνταν εκείνο τον καιρό από τους Εδωμίτες, τους απογόνους του Ησαύ γιο του Ισαάκ.
Μέχρι τον 7ο αιώνα π.Χ. οι Εδωμίτες κατοικούσαν σε όλη τη γύρω περιοχή από τη Πέτρα, για αυτό και η περιοχή έμεινε γνωστή ως Εδώμ, ώσπου έκαναν την εμφάνιση τους οι Ναβαταίοι από την αραβική χερσόνησο. Η εγκατάσταση τους στη περιοχή έγινε με πολύ αργούς ρυθμούς και συγκεκριμένα τελείωσε τον 3ο αιώνα π.Χ., ενώ η πόλη της Πέτρας πήρε τη μορφή που έχει σήμερα τον 1ο αιώνα μ.Χ. Τη πρώτη μαρτυρία για την ύπαρξη των Ναβαταίων γίνεται από ευρήματα του 3ου αιώνα π.Χ., μέσα στη πόλη της Πέτρας και συγκεκριμένα όπλα, ελληνικής και αραβικής τεχνοτροπίας, που πιθανότατα δηλώνουν κάποια σύγκρουση Ελλήνων και Ναβαταίων.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης , ο Ιώσηπος Φλάβιος και ο Ιερώνυμος της Καρδίας αναφέρουν ότι ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος, επίγονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και βασιλέας της Συρίας, έστειλε ένα Έλληνα στρατηγό, τον Αθηναίο από τη Σάμο να επιτεθεί στη Πέτρα. Ο Αθηναίος επικεφαλής 4000 πεζών και 600 ιππέων επιτέθηκε και λεηλάτησε τη Πέτρα, η λεία του ήταν 500 τάλαντα ασημένια και μεγάλη ποσότητα λιβανιού την οποία φέρνανε οι Ναβαταίοι μαζί με άλλα αρωματικά από τη περιοχή της «Ευδαίμονος Αραβίας» όπως την αποκαλούσανε οι Έλληνες, αλλά δεν χάρηκε για πολύ τη νίκη του καθώς οι Ναβαταίοι επιτέθηκαν νύχτα στο ελληνικό στρατόπεδο, στο δρόμο επιστροφής των Ελλήνων για τη Συρία, και σύντριψαν το στράτευμα του Αθηναίου.
Ο πρώτος ηγεμόνας των Ναβαταίων, με έδρα του τη Πέτρα, ήταν ο Αρέτας ο Α΄ που μνημονεύεται και στη Παλαιά Διαθήκη. Οι περισσότεροι ηγεμόνες των Ναβαταίων επηρεάστηκαν από τον ελληνιστικό πολιτισμό, με πρώτο τον Αρέτα τον Γ΄ τον Φιλάδελφο (87 π.Χ.-62 π.Χ.) και εν συνεχεία τον Οβόδα τον Γ΄ (30 π.Χ.–9 π.Χ.) αλλά και τον τελευταίο ηγεμόνα των Ναβαταίων τον Ραβέλ τον Β΄ (70π.Χ.–106 π.Χ.). Ακόμα επηρεασμένος από τον ελληνισμό ήταν επηρεασμένος και ο Εβραίος μέγας ιερέας Ιάσονας ο οποίος βρήκε καταφύγιο όταν εξορίστηκε στη Πέτρα διαδίδοντας τον ελληνικό πολιτισμό ακόμα περισσότερο. Το 24 π.Χ. ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος έστειλε τον Ρωμαίο στρατηγό Αίλιο Γάλλο να κατακτήσει την Ευδαίμονα Αραβία. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας ήθελε να αποφύγει να πληρώνει δασμούς στους Ναβαταίους για τα εμπορεύματα που αγόρασε από τους χερσαίους εμπορικούς δρόμους. Με 10000 στρατιώτες ο Γάλλος ξεκίνησε την εκστρατεία του αλλά συντρίβει στη πόλη Μαρίμπ, πρωτεύουσα του βασιλείου του Σαβά. Μετά την αποτυχημένη εκστρατεία ο Ρωμαίος αυτοκράτορας δοκίμασε τη δημιουργία μιας προστατευόμενης θαλάσσιας οδού για τη μεταφορά των αγαθών, παρακάπτωντας τη Πέτρα. Αυτό σήμανε την αρχή του τέλους για τους Ναβαταίους. Το 106 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Τραϊανός προσάρτησε το βασίλειο των Ναβαταίων και ίδρυσε την επαρχία της Αραβίας με πρωτεύουσα της επαρχίας τη Πέτρα. Το 3ο αιώνα μ.Χ. ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός άλλαξε τη πρωτεύουσα της επαρχίας και ταυτόχρονα με τις εισβολές των Σασσανιδών Περσών ο πληθυσμός της Πέτρας άρχισε να την εγκαταλείπει με αποτέλεσμα στον επόμενο αιώνα να είναι ήδη μια πόλη φάντασμα.
Η θρησκεία των κατοίκων της ΠέτραςΟι πρώτοι Ναβαταίοι κάτοικοι τις Πέτρας, προερχόμενοι από την Αραβία, ήταν έντονα συνδεδεμένοι με τη λατρεία των βράχων και των πνευμάτων που κατοικούσαν σε αυτούς. Για αυτό το λόγο άνοιξαν πολυάριθμες κόγχες στους βράχους της Πέτρας και τοποθετούσαν μια λαξευμένη στήλη στο εσωτερικό. Οι στήλες αυτές είχαν το όνομα βαίτυλοι, που σημαίνει το σπίτι του Θεού, στα αραμαϊκά μπετ-ελ. Με αυτό τον τρόπο τιμούσαν τον Αλ-Ούτσα και τη κυρίαρχη θεότητα της θρησκείας τους, τον Ντουσχάρα, προστάτη της οικογένειας, του εμπορίου και σύμβολο σταθερότητας. Οι Ναβαταίοι επηρεάστηκαν από τους γειτονικούς πολιτισμούς τους και ασπάστηκαν πολλές θεότητες τους, από τους Εδωμίτες τον θεό Κάους, από τους Έλληνες τον Ηρακλή, το Δία, τον Ήφαιστο και τη Δήμητρα, από τους Αιγύπτιους τον Θοτ και δανείστηκαν πολλά στοιχεία από τη λατρεία του Ζαρατούστρα, των Περσών. Αλλά κατά βάση παρέμεναν πιστά προσκολλημένοι στη λατρεία των βράχων. Το πολυθεϊκό τους σύστημα λατρείας αποδιαρθρώθηκε εντελώς με την έλευση του χριστιανισμού.
Τα μνημείαΌλοι η πόλη της Πέτρας με τα κτίσματα της είναι λαξευμένη πάνω σε μαλακά ψαμμιτικά πετρώματα και αποτελεί ένα ζωντανό μνημείο ενός αξιοθαύμαστου πολιτισμού. Η αρχιτεκτονική της πόλης έχει έντονη την επίδραση των Ελλήνων και των Ρωμαίων, ειδικά των τελευταίων που αφού την κατέκτησαν ήθελαν να αφήσουν το στίγμα της εξουσίας τους και σε αυτή τη γωνία της αυτοκρατορίας τους. Τα καλύτερα διατηρημένα κτίρια είναι το θησαυροφυλάκιο ή αλλιώς Χαζνέ Φαραούν με μια πρόσοψη ύψους 40 μέτρων, το Μοναστήρι, το ρωμαϊκό θέατρο χωρητικότητας 15000 ατόμων, τα λουτρά, ο εμπορικός δρόμος, ο βασιλικός τάφος της Υδρίας, ο τάφος του Ρωμαίου στρατιώτη, η πέτρα Ουμ-αλ-Μπιγιάρα που τοποθετούσαν τις προσφορές τους οι Ναβαταίοι για να λατρέψουν την άνοιξη, το δρόμο Σικ που αποτελεί το πέρασμα για να μπει κανείς στη πόλη της Πέτρας με τοίχους ύψους 50 μέτρων και τέλος τη μεγάλη τελετουργική πλατεία Ζιμπ Ατούφ με δυο οβελίσκους ύψους 6 μέτρων αφιερωμένους στους Αλ-Ούτσα και Ντουσχάρα που ταυτίζονταν με την Αφροδίτη και το Δια αντίστοιχα.
[IMG]
[URL=http://imageshack.us][URL=http://g.imageshack.us/img65/phocathumblimg9li4.jpg/1/][IMG]
Πηγές
περιοδικό Αρχαίοι Πολιτισμοί, τεύχος 3, Ο αρχαίος πολιτισμός της Πέτρας, εκδόσεις DeAgostini Hellas, 2001
περιοδικό National Geographic Ελλάδας, τεύχος Δεκεμβρίου 1998, Πέτρα: πόλη λαξευμένη στο βράχο