*Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
«'Άκουσε, παιδί μου, να σου είπώ.
Ή τελεία αγάπη είναι να πουλήσεις όλα σου τα -πράγματα, να τα δώσεις ελεημοσύνη και να πηγαίνεις και εσύ να εΰρης κανένα αφέντη να -πουληθείς σκλάβος.
Και όσα πάρεις, να τα δώσης ολα. Να μη κρατήσεις ένα άσπρο. Ήμπορείς να το κάμης αύτό νά γενης τέλειος; Βαρύ σου φαίνεται...
Δεν μπορείς να τό κάμης αύτό;
Κάμε άλλο: Μή πουληθης εσύ σκλάβος. Μόνο πούλησε τά πραγματά σου. Δώσε τα ολα ελεημοσύνη. Τό κάμνεις; Ακόμη βαρύ σου φαίνεται καί αύτό.
ΑΣ έλθωμε παρακάτω. Δεν ήμπορεϊς νά δώσης όλα σου τα πράγματα. Δώσε τα μισά. Δώσε άπό τα τρία ένα. Δώσε από τα πέντε ένα. Ακόμη βαρύ σου φαίνεται;
Κάμε άλλο. Δώσε από τα δέκα ένα. Τό κάμνεις; Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.
Κάμε άλλο. Μη κάμης έλεημοσύνη. Μη πουληθης σκλάβος.
'Ας ελθωμε παρακάτω:
Μη πάρης το ψωμί του αδελφού σου, μη -πάρης το εξωφόρι του. Μη τον κατατρέχεις. ΜΗ TON ΤΡΩΣ ME ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ.
Μήτε και αυτό το κάμνεις;
"Ας έλθουμε παρακάτου.
Κάμε άλλο: Τον εύρηκες τόν αδελφό σου μέσα εις την λάσπην και δεν θέλεις να τον έβγάλης. Καλά. Δεν θέλεις να το κάμης καλό. Μη του κάμης κακό. 'Αφησε τονε.
Πώς θέλομεν νά σωθούμε, αδελφοί μου, το ένα μας φαίνεται βαρύ, το άλλο βαρύ. Που να πάμε παρακάτω. Δεν έχομε να κατέβουμε.
Ό Θεός είναι εΰσπλαχνος. Ναι. Μα είναι και δίκαιος. Έχει και ράβδον σιδηραν. Λοιπόν αν θέλωμεν να σωθούμε πρέπει να ίχωμεν την αγαπην εις τον Θεόν και εις τούς αδελφούς μας».